Bjorn, The Mule, Vanadum

«Χάσου μούλε!»
«ρε ο μούλος»

Αυτός ήταν ο τίτλος μου, ο «μούλος», από αμούστακο παιδάκι όταν με κορόιδευαν τα άλλα παιδιά όταν πήγαινα να παίξω μαζί τους «πολέμαρχοι και γκόμπλινς». Μετά μου λέγαν πως εγώ θα κάνω το γκόμπλιν, και εγώ τους έλεγα προτιμώ το τρόλ (βλέπετε τους έριχνα πάντα τουλάχιστον ένα κεφάλι μπόι), και πλακωνόμασταν. Οι νάνοι πολέμαρχοι δεν νικούσαν στην ιστορία μας, νικούσε το τρολ. Βέβαια στο τέλος γυρνούσαμε συμφιλιωμένοι στα σπίτια μας. Το ίδιο δεν συνέβαινε όμως και στο σπίτι. Καταλάβαινα από μικρός πως υπήρχε μια ένταση στο σπίτι μας. Οι τσακωμοί μεταξύ των γονιών μου έδιναν και έπαιρναν. Νόμιζαν πως δεν τους άκουγα, αλλά οι φωνές τους έφταναν στα αυτιά μου, λέξεις όπως «προδοσία» «απογοήτευση» και άλλες που δεν γνώριζα ακόμη. Και ξαφνικά μια μέρα οι καυγάδες τέλειωσαν, ο πατέρας μου ετοίμασε ένα σάκο με τα αγαπημένα του εργαλεία και έφυγε.

Δεν χρειάστηκε να μεγαλώσω πολύ ακόμη για να καταλάβω τι συνέβαινε μεταξύ των γονιών μου. Ο πατέρας μου Gorm της φατρίας των Vanadum, υπερήφανος δημιουργός, ο «τιθασευτής του ατσαλιού» όπως τον έλεγαν στην πόλη μας, δεν άντεξε άλλο τη ντροπή και βγήκε στον κόσμο της επιφάνειας, να ζήσει ανάμεσα στους ανθρώπους. Έβλεπα την πάλη μέσα του, πόσες φορές με μάλωσε άδικα, και μετά η περηφάνια του να μην τον αφήνει να ζητήσει συγγνώμη. Βλέπεις, με αγαπούσε πάρα πολύ, και το έδειχνε αυτό ακόμη κι αφού έμαθε την αλήθεια για μένα. Δεν σταμάτησα να πηγαίνω και να μαθητεύω πλάι του, να τον βοηθάω με τα εργαλεία, και να με διδάσκει τους τρόπους και τις ιδιοτροπίες των μετάλλων. Όμως έσκασε ο νάνος, και έφυγε, δεν τον αδικώ πια.

Εγώ μεγάλωνα, το «Μούλος» έγινε δεύτερο όνομά μου, εξακολουθούσα να ρίχνω κουτουλίδια αφ υψηλού και να σωριάζω κάτω τα φιλαράκια μου. Όμως όσο τα γένια μου άρχισαν να μεγαλώνουν, τόσο άρχισα να νιώθω μέσα μου να μεγαλώνει η επιθυμία να φύγω από τις σπηλιές, να γνωρίσω τον κόσμο, να βρω τον πατέρα μου. Αν και ήξερα, μετά από έναν καυγά τρικούβερτο με την μητέρα μου την Astrid, έφυγα μια μέρα και εγώ, με μια φτηνή δικαιολογία πως θα ψάξω τον πατέρα μου για εξηγήσεις. Η μητέρα μου ήξερε και δεν με σταμάτησε. Την αγαπώ και την λυπάμαι, αλλά με τσαντίζει μα τον Δημιουργό.

Η επανασύνδεση με τον πατέρα μου ήταν πολύ συναισθηματική, δηλαδή, πήγα στην πόλη των ανθρώπων, βρήκα το σιδηρουργείο που άνοιξε ο Gorm, μπήκα μέσα και ανακοίνωσα απλά «Ήρθα». Κοιταχτήκαμε για μερικές στιγμές, το μόνο που ακούγονταν ήταν το λιωμένο μέταλλο να κοχλάζει και τα πυρωμένα ξύλα. «Πιάσε εργαλεία, έχουμε δουλειά». Μεγάλη συγκίνηση, δεν περίμενα να είναι τόσο εκδηλωτικός.

Gorm Vanadum (Father)

Astrid Vanadum (Mother)

Bjorn The mule 



Comments

Popular posts from this blog

Heroic Fantasy: Class Acts: Druid

Tales from the Post: Σκέψεις και μια αφιέρωση!

Planescape: Age of Spiders