Da’el Amon, ο προστάτης της λευκής φλόγας
By Athar (Αθανάσιος) Κρύος ο γρανίτης τον χειμώνα. Ο γέροντας ξεχειμώνιασε στα έγκατα του μοναστηριού όπου και παρέμειναν οι τελευταίες φλέβες λάβας, μα με το πέρας της άνοιξης έσβησαν κι αυτές. Γυμνός, κουλουριασμένος πάνω στον βράχο, μιλάει με τον εαυτό του σε ένα πυρετικό παραλήρημα. Το σώμα του οχυρώνει την τελευταία γλώσσα της φλόγας μέχρι που γίνονται σχεδόν ένα. Η λευκή φλόγα γλύφει τα λευκά του γένια χωρίς να τα καίει, πιό μικρή και από κεράκι, κι από σπίρτο. Αυτές τις μέρες λίγοι έμειναν να διατηρούν την πίστη στη φλόγα. Μόνο ο Άμον και οι υπόλοιποι του μοναστηριού, φαντάσματα πιά, διατηρημένα στο μυαλό του αρχαίου νάνου. Ξάφνου ο Λευκός Άμον πετάγεται και απλώνει το χέρι του με την φλόγα σε τέτοια απόσταση ώστε η σκιά του στον κρύο βράχο να είναι πανομοιότυπη με αυτόν. «...αδερφέ Άθερ μείνε λίγο ακόμα, κράτα συντροφιά σε έναν γέρο νάνο κάτω από το φώς Της» είπε η σκιά. «Μάλιστα γέροντα» είπε ο Άμον στην σκιά του ενώ η μορφή του αρχισε να αλλάζει σιγά σιγά. Τα σημάδια...