Το Ιστορικό του Βάρδου
...Μπουνταλάς... το πρώτο πράγμα που είπε. Μια λέξη που μαζί με το "χαιβάνι" και το "μαντράχαλε" θα κυνηγούσε τον Έιθαρ για μια εφηβεία ολόκληρη. "Μπουνταλάς" ξαναείπε ο αδερφός του πατέρα του. "Τέλος πάντων, αίμα μας είναι... ως πότε θα σε καλύπτω Ελάιτζα;" - "Θα τα πούμε σύντομα αδερφέ μου" είπε ο Ελάιτζα " μέχρι την άνοιξη θα έρθω να τον πάρω, σε ευχαριστώ." ...Μπουνταλάς... Η αλήθεια είναι ότι ο θείος του είχε δίκιο. Ο καθένας άμα έβλεπε έναν δεκατριάχρονο νεαρό, ξερακιανό, που ήδη είχε φτάσει το ύψος ενός ενήλικου άντρα, με χεράκια έτοιμα να σπάσουν, ελαφρώς καμπουριαστούς ώμους, μακρόστενα χαρακτηριστικά και μιά ιδιαίτερα γαμψή μύτη, το πρώτο πράγμα που θα σκεφτόταν ήταν αυτό. Βέβαια ο θείος του σκέφτηκε μια μεγάλη λίστα με λόγους να μην χωνέψει τον Έιθαρ. Ήταν πολύ αδύνατος για να αντέξει τις δουλειές στο χωριό, πολύ ψηλός για να κοιμάται στο κελάρι, πολύ ευγενικός για να συνυπάρξει με τους υπόλοιπους συνομίληκούς...